Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δόρυ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δόρ|υ <-ατος> [ˈðɔri] SUBST ουδ

δόρυ
Speer αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский