Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δραστηριότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δραστηριότητα [ðrastiriˈɔtita] SUBST θηλ

1. δραστηριότητα (ενέργειες):

δραστηριότητα
Aktivität θηλ
εμπορική δραστηριότητα
Handel αρσ
εμπορική δραστηριότητα
επαγγελματική δραστηριότητα
ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα
επιχειρηματική δραστηριότητα
Aktivitäten θηλ πλ
Erwerbsquote θηλ

2. δραστηριότητα (δύναμη, ενεργητικότητα):

δραστηριότητα
Tatkraft θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με δραστηριότητα

εκδοτική δραστηριότητα
επιχειρηματική δραστηριότητα
εμπορική δραστηριότητα
Handel αρσ
εγκεφαλική δραστηριότητα
επιτελική δραστηριότητα
επαγγελματική δραστηριότητα
ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский