Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαφήμιση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαφήμισ|η <-εις> [ðiaˈfimisi] SUBST θηλ

1. διαφήμιση (η πράξη):

διαφήμιση
Werbung θηλ
das Werbefernsehen ουδ ενικ
die Fernsehwerbungen θηλ πλ
τηλεοπτική διαφήμιση
διαφήμιση μέσω αγγελιών
ειδικός αρσ στη διαφήμιση μέσω αγγελιών
άμεση διαφήμιση
Direktwerbung θηλ
γκρίζα διαφήμιση
αρνητική διαφήμιση
εντατική διαφήμιση
επιθετική διαφήμιση
παραπλανητική διαφήμιση
Werbefachmann αρσ
Werbedienstleistungen θηλ πλ

2. διαφήμιση (αφίσα):

διαφήμιση
Plakat ουδ

3. διαφήμιση (αγγελία):

διαφήμιση
Werbeanzeige θηλ

ιδιωτισμοί:

φωτεινή διαφήμιση
Leuchtreklame θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με διαφήμιση

τηλεοπτική διαφήμιση
φωτεινή διαφήμιση
άμεση διαφήμιση
γκρίζα διαφήμιση
αρνητική διαφήμιση
εντατική διαφήμιση
επιθετική διαφήμιση
παραπλανητική διαφήμιση
διαφήμιση μέσω αγγελιών

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский