Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διάδρομος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διάδρομος [ðiˈaðrɔmɔs] SUBST αρσ

1. διάδρομος (σε κτήριο):

διάδρομος
Korridor αρσ
διάδρομος
Gang αρσ
κύριος/κεντρικός διάδρομος
Hauptgang αρσ

2. διάδρομος (το χολ):

διάδρομος
Flur αρσ

3. διάδρομος (ανάμεσα σε καθίσματα):

διάδρομος
Gang αρσ

4. διάδρομος ΑΘΛ (δρόμος):

διάδρομος
Bahn θηλ

5. διάδρομος ΑΕΡΟ:

διάδρομος
Rollbahn θηλ
διάδρομος απογείωσης
Startbahn θηλ
διάδρομος προσγείωσης
Landebahn θηλ
das Rollfeld ουδ ενικ

6. διάδρομος ΝΑΥΣ:

διάδρομος καταστρώματος
Gangway θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με διάδρομος

διάδρομος απογείωσης
Startbahn θηλ
διάδρομος προσγείωσης
Landebahn θηλ
διάδρομος καταστρώματος
Gangway θηλ
εναέριος διάδρομος
θολωτός διάδρομος
Bogengang αρσ
αεροπορικός διάδρομος
κύριος/κεντρικός διάδρομος
Hauptgang αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский