Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δενδροκαλλιεργητής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δενδροκαλλιεργητής (δενδροκαλλιεργήτρια) [ðɛnðrɔkaliɛrjiˈtis, ðɛnðrɔkaliɛrˈjitria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

δενδροκαλλιεργητής (δενδροκαλλιεργήτρια)
Baumzüchter(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский