Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δελφίνι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δελφίνι [ðɛlˈfini] SUBST ουδ

1. δελφίνι ΖΩΟΛ:

δελφίνι
Delphin αρσ
κολυμπώ σαν δελφίνι
ιπτάμενο δελφίνι

2. δελφίνι ΑΣΤΡΟΝ:

Delphin αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με δελφίνι

Delphin αρσ
ιπτάμενο δελφίνι
κολυμπώ σαν δελφίνι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский