Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δεικτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δεικτικ|ός <-ή, -ό> [ðiktiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. δεικτικός:

δεικτικός
Anzeige-

2. δεικτικός ΓΛΩΣΣ:

δεικτικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский