Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δασμολογώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δασμολογ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [ðazmɔlɔˈɣɔ] VERB μεταβ

δασμολογώ κάτι
Zoll auf etw αιτ erheben

Παραδειγματικές φράσεις με δασμολογώ

δασμολογώ κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский