Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δανέζικος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δανέζικ|ος <-η, -ο> [ðaˈnɛzikɔs] ΕΠΊΘ οικ

δανέζικος

Παραδειγματικές φράσεις με δανέζικος

δανέζικος μολοσσός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский