Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δαμαλίδα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δαμαλίδα [ðamaˈliða] SUBST θηλ

1. δαμαλίδα (μικρή αγελάδα):

δαμαλίδα
junge Kuh θηλ

2. δαμαλίδα (αρρώστια, ορός εμβολιασμού):

δαμαλίδα
Kuhpocken θηλ πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский