Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δαγκάνα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δαγκάνα [ðaŋˈgana] SUBST θηλ

1. δαγκάνα (αστακού, εργαλείο):

δαγκάνα
Zange θηλ

2. δαγκάνα (σε δισκόφρενο):

δαγκάνα
Bremssattel αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский