Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γυρεύω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γυρ|εύω <-εψα, -εύτηκα, -ε(υ)μένος> [jiˈrɛvɔ] VERB μεταβ

3. γυρεύω (απαιτώ):

γυρεύω

4. γυρεύω (προσπαθώ):

γυρεύω

5. γυρεύω (επιδιώκω):

Παραδειγματικές φράσεις με γυρεύω

γυρεύω καβγά
γυρεύω βοήθεια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский