Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γριά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γριά [ɣriˈa] SUBST θηλ

γριά
alte Frau θηλ
γριά
Greisin θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με γριά

γριά αλεπού

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский