Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γράφω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . γρά|φω <έγραψα, -φ(τ)ηκα, -μμένος> [ˈɣrafɔ] VERB μεταβ

3. γράφω (είμαι γραμμένος):

4. γράφω (ηχογραφώ):

γράφω

II . γράφομαι VERB αυτοπ ρήμα

1. γράφομαι (εγγράφομαι):

2. γράφομαι (βιβλίο):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский