Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γέφυρα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γέφυρα [ˈjɛfira] SUBST θηλ

1. γέφυρα:

γέφυρα
Brücke θηλ
κινητή γέφυρα
Zugbrücke θηλ
κρεμαστή γέφυρα
Hängebrücke θηλ
πλωτή γέφυρα
σταθερή γέφυρα
feste Brücke θηλ
χερσαία γέφυρα
Landbrücke θηλ
γέφυρα ανόδου ΗΛΕΚ
Anodenbrücke θηλ
γέφυρα δικτύων Η/Υ
Bridge θηλ

2. γέφυρα ΝΑΥΣ:

γέφυρα
γέφυρα δοντιών θηλ ΙΑΤΡ
Zahnbrücke θηλ
γέφυρα θηλ ΙΑΤΡ
Brücke θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με γέφυρα

κρεμαστή γέφυρα
βοηθητική γέφυρα
χερσαία γέφυρα
κινητή γέφυρα
Zugbrücke θηλ
πλωτή γέφυρα
σταθερή γέφυρα
feste Brücke θηλ
γέφυρα ανόδου ΗΛΕΚ
γέφυρα δικτύων Η/Υ
Bridge θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский