Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βαρέθηκα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „βαρέθηκα“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

mir reicht's! οικ
βαρέθηκα πια!
βαρέθηκα πια!
φτάνει πια, βαρέθηκα
von etw δοτ genug haben
βαρέθηκα πια κάτι
βαρέθηκα (αυτή) την κλάψα
βαρέθηκα την κλάψα σου
βαρέθηκα κάποιον/κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский