Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αυτό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αυτό

αυτό s. αυτός

Βλέπε και: αυτός

αυτ|ός <-ή, -ό> [afˈtɔs] ΑΝΤΩΝ

1. αυτός (δεικτική αντωνυμία):

αυτός/αυτή/αυτό
αυτός ο …/αυτή η …/αυτό το
dieser …/diese …/dieses
αυτό το βιβλίο
πάρε αυτό
τι είναι αυτό;
αυτό είναι
das/dies ist
αυτό εδώ/εκεί
και τι μ' αυτό;
na und?

ιδιωτισμοί:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский