Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αυτοκινητάκι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αυτοκινητάκι [aftɔciniˈtaci] SUBST ουδ

1. αυτοκινητάκι (μικρό αυτοκίνητο):

αυτοκινητάκι
Kleinwagen αρσ

2. αυτοκινητάκι (παιδικό παιχνίδι):

αυτοκινητάκι
Spielzeugauto ουδ

3. αυτοκινητάκι (σε λoύνα παρκ):

αυτοκινητάκι
Autoskooter αρσ

ιδιωτισμοί:

(ηλεκτρικό) αυτοκινητάκι του γκολφ

Παραδειγματικές φράσεις με αυτοκινητάκι

ένα αυτοκινητάκι τόσο δα
(ηλεκτρικό) αυτοκινητάκι του γκολφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский