Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αρμόνιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αρμόνιο [arˈmɔniɔ] SUBST ουδ

1. αρμόνιο (παλιού τύπου: με φυσερό):

αρμόνιο
Harmonium ουδ

2. αρμόνιο (ηλεκτρικό, ηλεκτρονικό):

αρμόνιο
Orgel θηλ
παίζω αρμόνιο

Παραδειγματικές φράσεις με αρμόνιο

παίζω αρμόνιο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский