Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αριστούχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αριστούχ|ος <-ος [ή -α], -ο> [arisˈtuxɔs] ΕΠΊΘ

Παραδειγματικές φράσεις με αριστούχος

αριστούχος μαθητής/φοιτητής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский