Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απόλυτο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απόλυτο [aˈpɔlitɔ] SUBST ουδ ΦΙΛΟΣ

το απόλυτο
das Absolute ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με απόλυτο

απόλυτο βάρος
απόλυτο δικαίωμα
απόλυτο μέγεθος
απόλυτο σκοτάδι
απόλυτο δυναμικό
το απόλυτο
das Absolute ουδ
απόλυτο μονοπώλιο
απόλυτο ύψος
απόλυτο αμπέρ
έχεις απόλυτο δίκιο
το απόλυτο μηδέν ΦΥΣ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский