Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απουσία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απουσία [apuˈsia] SUBST θηλ

2. απουσία (έλλειψη, ανυπαρξία):

απουσία
Fehlen ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский