Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αντισταθμιστικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αντισταθμιστικ|ός <-ή, -ό> [andistaθmistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

αντισταθμιστικός
ausgleichend, Ausgleichs-

Παραδειγματικές φράσεις με αντισταθμιστικός

αντισταθμιστικός δασμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский