Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναπνοή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναπνοή [anapnɔˈi] SUBST θηλ

1. αναπνοή (ο αέρας):

αναπνοή
Atem αρσ
παίρνω (βαθιά) αναπνοή
κρατάω την αναπνοή μου
μου κόπηκε η αναπνοή

2. αναπνοή (η λειτουργία):

αναπνοή
Atmung θηλ
βραγχιακή αναπνοή
Kiemenatmung θηλ
βρογχική αναπνοή
δερματική αναπνοή
Hautatmung θηλ
εσωτερική αναπνοή
innere Atmung θηλ
κυτταρική αναπνοή
Zellatmung θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αναπνοή

βραγχιακή αναπνοή
βρογχική αναπνοή
δερματική αναπνοή
Hautatmung θηλ
εσωτερική αναπνοή
innere Atmung θηλ
κυτταρική αναπνοή
Zellatmung θηλ
κρατάω την αναπνοή μου
μου κόπηκε η αναπνοή
παίρνω (βαθιά) αναπνοή
πάρε βαθιά αναπνοή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский