Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανίσχυρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανίσχυρ|ος <-η, -ο> [aˈnisçirɔs] ΕΠΊΘ

ανίσχυρος
ανίσχυρος να

Παραδειγματικές φράσεις με ανίσχυρος

ανίσχυρος να

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский