Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αθλητισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αθλητισμός [aθlitizˈmɔs] SUBST αρσ

αθλητισμός
Sport αρσ
επαγγελματικός αθλητισμός
Berufssport αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με αθλητισμός

επαγγελματικός αθλητισμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский