Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αθλητικά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αθλητικά [aθlitiˈka] SUBST ουδ πλ

1. αθλητικά (ειδήσεις):

αθλητικά
Sportnachrichten θηλ πλ

2. αθλητικά (παπούτσια):

αθλητικά
Sportschuhe αρσ πλ

3. αθλητικά (ρούχα):

αθλητικά
Sportkleidung θηλ ενικ

Παραδειγματικές φράσεις με αθλητικά

αθλητικά είδη
Sportartikel αρσ πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский