Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ένσταση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ένστασ|η <-εις> [ˈɛnstasi] SUBST θηλ ΝΟΜ

Παραδειγματικές φράσεις με ένσταση

ανατρεπτιή ένσταση ΝΟΜ
αναβλητική ένσταση
ανατρεπτική ένσταση
υποβάλλω ένσταση εναντίον ενός γεν
γίνεται δεκτή η ένσταση
ένσταση του δόλου ΝΟΜ
απορρίπτεται η ένσταση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский