Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „έναυσμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

έναυσμα [ˈɛnavzma] SUBST ουδ

1. έναυσμα (προσάναμμα):

έναυσμα
Zunder αρσ

2. έναυσμα μτφ:

έναυσμα
Auslöser αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με έναυσμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский