Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άμουσος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άμουσ|ος <-η, -ο> [ˈamusɔs] ΕΠΊΘ

1. άμουσος (ανίδεος από καλές τέχνες):

άμουσος
είμαι άμουσος

2. άμουσος (ανίδεος από μουσική):

άμουσος

Παραδειγματικές φράσεις με άμουσος

είμαι άμουσος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский