Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άλμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άλμα [ˈalma] SUBST ουδ

άλμα
Sprung αρσ
Weitsprung αρσ
άλμα εις/σε ύψος
Hochsprung αρσ
άλμα επί κοντώ
άλμα τριπλούν
Dreisprung αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με άλμα

άλμα ουδ κερδοφορίας
Dreisprung αρσ
άλμα ουδ επί κοντώ
Weitsprung αρσ
Hochsprung αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский