Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μυστικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . μυστικ|ός <-ή, -ό> [mistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

II . μυστικ|ός [mistiˈkɔs] SUBST αρσ (αστυνόμος)

μυστικός

Παραδειγματικές φράσεις με μυστικός

μυστικός πράκτορας
Geheimagent(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский