Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άρκτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άρκτος [ˈarktɔs] SUBST θηλ

1. άρκτος (αρκούδα):

άρκτος
Bär αρσ

2. άρκτος (περιοχή του βόρειου πόλου):

άρκτος
Arktis θηλ

3. άρκτος ΑΣΤΡΟΝ:

Παραδειγματικές φράσεις με άρκτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский