Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Beleuchtung“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Beleuchtung <-, -en> SUBST θηλ

1. Beleuchtung (mit Licht):

Beleuchtung

2. Beleuchtung μτφ (von Thema):

Beleuchtung

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Beleuchtung" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский