vezenín|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ
véz|en <-na, -no> ΕΠΊΘ
1. vezen:
vézenj|e <-anavadno sg > ΟΥΣ ουδ
-
- embroidery no πλ
vezív|o <-a, -i, -a> ΟΥΣ ουδ
2. vezivo ΒΙΟΛ:
véznik <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ ΓΛΩΣΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.