montêr (ka) <-ja, -ja, -ji> ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. monter ΗΛΕΚ:
- monter (ka)
-
2. monter ΑΥΤΟΚ:
- monter (ka)
-
3. monter ΝΑΥΣ:
- monter (ka)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.