Habsburžánk|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ
Habsburžanka → Habsburžan:
Habsburžàn (Habsburžánka) <Habsburžána, Habsburžána, Habsburžáni> ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- Habsburžan (Habsburžánka)
-
- Habsburžan (Habsburžánka)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- ha
- Haag
- haaški
- habilitacija
- habilitacijski
- Habsburžanka
- hacienda
- hacker
- hahljati se
- haiku
- hajka