četŕtfinalístk|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ
četrtfinalistka → četrtfinalist:
četŕtfinalíst (ka) <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ (θηλ) šport
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- četnik
- četniški
- četovodja
- četovodkinja
- četrt
- četrtfinalistka
- četrti
- četrtič
- četrtina
- četrtinka
- četrtinski