στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
operistico <πλ operistici, operistiche> [opeˈristiko, tʃi, ke] ΕΠΊΘ
- operistico musica
-
- operistico compositore, rappresentazione, mondo, associazione
-
στο λεξικό PONS
operistico (-a) <-ci, -che> [o·pe·ˈris·ti·ko] ΕΠΊΘ (musica, repertorio, registrazione)
- operistico (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.