I. liberticida <m.πλ liberticidi, f.pl. liberticide> [libertiˈtʃida] ΕΠΊΘ
liberticida legge:
- liberticida
-
- liberticida
-
II. liberticida <m.πλ liberticidi, f.pl. liberticide> [libertiˈtʃida] ΟΥΣ αρσ θηλ
- liberticida
-
-
- liberticida
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.