I. antighiaccio [antiˈɡjattʃo] ΕΠΊΘ αμετάβλ
II. antighiaccio <πλ antighiaccio> [antiˈɡjattʃo] ΟΥΣ αρσ ΑΕΡΟ
- antighiaccio (dispositivo)
-
- antighiaccio (dispositivo)
-
- dispositivo antighiaccio ΑΕΡΟ
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.