antiflogistico <πλ antiflogistici, che> [antifloˈdʒistiko, tʃi, ke] ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ
- antiflogistico
-
-
- antiflogistico
-
- antiflogistico αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.