I. centenario [θenteˈnarĭo, -a] ΕΠΊΘ, centenaria
II. centenario [θenteˈnarĭo, -a] ΟΥΣ αρσ/θηλ
III. centenario [θenteˈnarĭo, -a] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.