vandálico (vandálica) ΕΠΊΘ
1. vandálico ΙΣΤΟΡΊΑ:
- vandálico (vandálica)
-
2. vandálico acción/comportamiento:
- vandálico (vandálica)
-
- vandálico (vandálica)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.