Oxford Spanish Dictionary
malévolo (malévola) ΕΠΊΘ
- malévolo (malévola)
-
- malévolo (malévola)
-
- malevolent grin
- malévolo
στο λεξικό PONS
malévolo (-a) ΕΠΊΘ
- malévolo (-a)
-
-
- malévolo, -a
malévolo (-a) [ma·ˈle·βo·lo, -a] ΕΠΊΘ
- malévolo (-a)
-
-
- malévolo, -a
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.