Oxford Spanish Dictionary
lituano1 (lituana) ΕΠΊΘ
- lituano (lituana)
-
I. lituano2 (lituana) ΟΥΣ αρσ (θηλ) (persona)
- lituano (lituana)
-
II. lituano ΟΥΣ αρσ (idioma)
- lituano
-
στο λεξικό PONS
lituano (-a) ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- lituano (-a)
-
lituano ΟΥΣ αρσ ΓΛΩΣΣ
- lituano
-
lituano (-a) [li·ˈtwa·no] ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- lituano (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.