Oxford Spanish Dictionary
ginecólogo (ginecóloga) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- ginecólogo (ginecóloga)
- gynecologist αμερικ
- ginecólogo (ginecóloga)
- gynaecologist βρετ
στο λεξικό PONS
ginecólogo (-a) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- ginecólogo (-a)
- gynaecologist βρετ
- ginecólogo (-a)
- gynecologist αμερικ
ginecólogo (-a) [xi·ne·ˈko·lo·ɣo, -a] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- ginecólogo (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.