Oxford Spanish Dictionary
estupefaciente1 ΕΠΊΘ
- estupefaciente
-
estupefaciente2 ΟΥΣ αρσ
- intoxicating substance
- estupefaciente
-
- estupefaciente αρσ
-
- estupefaciente αρσ
-
- estupefaciente αρσ τυπικ
στο λεξικό PONS
-
- estupefaciente αρσ
-
- estupefaciente
-
- estupefaciente αρσ
-
- estupefaciente
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.