Oxford Spanish Dictionary
cleptómano (cleptómana) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- cleptómano (cleptómana)
-
στο λεξικό PONS
I. cleptómano (-a) ΕΠΊΘ ΨΥΧ
- cleptómano (-a)
-
II. cleptómano (-a) ΟΥΣ αρσ (θηλ) ΨΥΧ
- cleptómano (-a)
-
-
- cleptómano(-a) αρσ (θηλ)
cleptómano (-a) [klep·ˈto·ma·no, -a] ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ (θηλ) ΨΥΧ
- cleptómano (-a)
-
-
- cleptómano(-a) αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.