Oxford Spanish Dictionary
alegórico (alegórica) ΕΠΊΘ
- alegórico (alegórica)
-
carro ΟΥΣ αρσ
1.1. carro (carreta):
1.2. carro λατινοαμερ excep. CSur ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ:
-
- automobile αμερικ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- carrillera
- carrillo
- carrilludo
- carriola
- carrito
- carro alegórico
- carro bomba
- carrocería
- carrocero
- carrocha
- carro chocador